“Απέτυχα ξανά και ξανά και ξανά στη ζωή μου και γι’ αυτό πετυχαίνω“. Ίσως αυτή η φράση, εκστομισμένη από τα χείλη του Μάικλ Τζόρνταν στη διαφήμισή του για τη Nike το 1997, να είναι και το απαύγασμα σοφίας της ζωής του. Οι σπουδαίοι αθλητές, όπως και οι σπουδαίοι καλλιτέχνες, έχουν αυτό το ταλέντο να δημιουργούν ένα μείγμα θαυμασμού, δέους και έμπνευσης στους θαυμαστές τους.
Με τον ίδιο τρόπο, το μεγαλύτερο κληροδότημα του Μάικλ Τζόρνταν, πέρα από τη γιγαντιαία καριέρα του στο μπάσκετ και τον επιχειρηματικό κολοσό που έχει αφήσει πίσω του, μάλλον είναι η ίδια η στάση ζωής του. Ένας άνθρωπος αποφασισμένος να νικήσει ήδη από την κούνια, ανθεκτικός στην αποτυχία και ανταγωνιστικός πάνω απ’όλα με τον εαυτό του, αφήνει στις επόμενες γενιές -στο χώρο του αθλητισμού ή και εκτός- τις αξίες της μαχητικότητας, της σκληρής δουλειάς και της οικογένειας.
Στις επόμενες σειρές, οι αξίες αυτές γίνονται ορατές μέσα από την ίδια την πορεία του Μάικλ Τζόρνταν από τα παιδικά του χρόνια στη Βόρεια Καρολίνα μέχρι την κορυφή του ΝΒΑ, και από την οικογενειακή του ζωή μέχρι την επιχειρηματική και κοινωνική του δράση.
Παιδικά χρόνια

Ο Μάικλ Τζόρνταν γεννήθηκε στις 17 Φεβρουαρίου 1963 στο Μπρούκλιν της Νέας Υόρκης. Ο πατέρας του, Τζέιμς Τζόρνταν, ήταν επόπτης στην General Electric Plant, ενώ η μητέρα του, Ντελόρις, εργαζόταν ως τραπεζικός υπάλληλος. Και οι δύο γονείς του Τζόρνταν ήταν εργατικοί και αφοσιωμένοι στο στόχο τους, και ο πατέρας του δε, ένας άνθρωπος που ήταν θαυμαστής της αυστηρής τάξης, σύστησε τα παιδιά του στον αθλητισμό από την πρώτη τους παιδική ηλικία. Όπως έχει πει ο ίδιος ο Μάικλ Τζόρνταν, “ο πατέρας μου ήταν ο καλύτερός μου φίλος. Με δίδαξε να είμαι δυνατός και να έχω αυτοπεποίθηση, ανεξάρτητα από τις δυσκολίες”.
Όταν ακόμη μωρό, ο Μάικλ και η οικογένειά του μετακόμισαν στο Γουίλμινγκτον της Βόρειας Καρολίνας, τα πάτρια εδάφη της οικογένειάς του, στα οποία είχαν μεγαλώσει ήδη οι προηγούμενες έξι γενιές, πριν τους γονείς του. Από μικρή ηλικία, ο Μάικλ επέδειξε το αθλητικό του ταλέντο στο τένις, τον στίβο και το αμερικανικό ποδόσφαιρο, στην τελική όμως τα αθλήματα που μίλησαν κατευθείαν στην καρδιά του ήταν το μπέιζμπολ και -προφανώς- το μπάσκετ.
Παρόλο που λέγεται ότι ο Μάικλ στο σχολείο ήταν ένα ντροπαλό και εσωστρεφές παιδί, από την αρχή φάνηκε η αθλητική του φιλοσοφία που τον ακολούθησε σε όλη τη μετέπειτα πορεία και καριέρα του: η φιλοσοφία του αθλητή – νικητή, ενός ανθρώπου που δεν παρατά ποτέ τις προσπάθειες για υπεροχή επί των αντιπάλων του. Η νοοτροπία αυτή ήταν κατά κάποιον τρόπο εγγεγραμμένη στο ίδιο το εσωτερικό της οικογένειας, καθώς με το μεγαλύτερο αδελφό του Λάρι, ο Μάικλ ανέπτυξε έναν κάποιον αθλητικό ανταγωνισμό στο μπάσκετ.
Παρότι μεγαλύτερος και εξίσου σπουδαίος στον αθλητισμό, ο Λάρι στερούνταν της σωματικής διάπλασης του Μάικλ. Έτσι, ο μικρότερος αδελφός έκανε τα πάντα για να υπερέχει και τεχνικά έναντι του Λάρι στο παρκέ. Με πολύ κόπο, το κατάφερε και αυτό: όταν ήταν 12 χρονών, η ομάδα μπέιζμπολ στην οποία συμμετείχε κέρδισε το πρωτάθλημα της πολιτείας και έτσι κέρδισε τον τίτλο του σημαντικότερου παίκτης της Βόρειας Καρολίνας. Κατά το ίδιο έτος, ο Μάικλ, μαζί με τον Λάρι, αγωνίστηκαν για πρώτη φορά σε οργανωμένη ομάδα μπάσκετ μετά από πρωτοβουλία του προπονητή του μπέιζμπολ και τότε φάνηκε για πρώτη φορά το εξέχον ταλέντο του Μάικλ, παρουσία των υπόλοιπων παικτών.
Ο Μάικλ Τζόρνταν έφηβος

Το Γυμνάσιο και Λύκειο στο οποίο φοίτησε ως έφηβος ο Μάικλ Τζόρνταν ήταν το τοπικό Emsley A. Laney High School. Στα 1978, όντας μαθητής στην τέταρτη τάξη του Γυμνασίου, επιχείρησε για πρώτη φορά να προσχωρήσει στην σχολική ομάδα μπάσκετ. Λόγω όμως του θεωρούμενου ως χαμηλού ύψους του που δεν ξεπερνούσε το 1,80 εκ., έμεινε εκτός της ομάδας. Αντιθέτως, ο κυριολεκτικά δίμετρος Χάρβεστ Σμιθ πήρε τη θέση αυτή στην σχολική ομάδα, ο μόνος εκ των μαθητών της τάξης του Μάικλ.
Όπως όμως έγινε ήδη γνωστό, οι γονείς του Μάικλ Τζόρνταν δε μεγάλωσαν ένα γιο που τα παρατάει στην πρώτη ματαίωση. Ο Μάικλ προσχώρησε σε μια δεύτερη ομάδα και, αντί να το βάλει κάτω μετά την απογοήτευση της απόρριψής του, δούλεψε ακόμη πιο σκληρά. Άρχισε ήδη, ως μέλος της δεύτερης ομάδας, να δείχνει την αξία του, σκοράροντας σταθερά σε κάθε παιχνίδι 30 ή και 40 πόντους. Ο ιδιαίτερος τεχνικός του τρόπος σαγήνευσε κατευθείαν τα μέλη της ομάδας αλλά προσέλκυσε και νέους θεατές που παρακολουθούσαν τον αγώνα για τον Μάικλ.
Λίγο αργότερα, ο υπεύθυνος του αθλητικού τομέα του Γυμνασίου, πρότεινε τον Μάικλ Τζόρνταν στον scouter Ρόι Ουίλιαμς για την ομάδα μπάσκετ του Πανεπιστημίου της Βόρειας Καρολίνας, μια τοπική μεν αλλά με εξαιρετικό αθλητικό πρόγραμμα ομάδα. Το καλοκαίρι του 1980, πολλοί scouters γνωστών πανεπιστημίων των ΗΠΑ παρακολούθησαν τον Τζόρνταν και άλλους μαθητές του Γυμνασίου και φυσικά ο Μάικλ δέχτηκε αμέτρητες προτάσεις. Τελικά, αποφάσισε να αφοσιωθεί στην ομάδα του Δημοσίου Κολλεγίου της Βόρειας Καρολίνας, κάνοντας στην ουσία την πρώτη του συμφωνία στο μπάσκετ.
Το Φθινόπωρο του ίδιου έτους, ήδη η φήμη του Μάικλ είχε εκτοξευθεί. Στο πρώτο παιχνίδι της ομάδας για τη νέα σεζόν με αντίπαλο το Γυμνάσιο του Πέντερ, το γήπεδο γέμισε από θαυμαστές του Τζόρνταν που ήθελαν να παρακολουθήσουν τον εκκολαπτόμενο αθλητή.
Κολλεγιακή Καριέρα

Στα 1981, όταν και εντάχθηκε στην κολλεγιακή ομάδα του Πανεπιστημίου της Βόρειας Καρολίνας, θεωρούνταν ήδη κάτι σαν θρύλος. Υπό την αιγίδα του κορυφαίου προπονητή Ντιν Σμιθ, ο Μάικλ ήταν σα να μην έφυγε ποτέ, σε επίπεδο νοοτροπίας, από το πατρικό του σπίτι.
Ο Σμιθ ήταν ένας άνθρωπος αυστηρός, παθιασμένος, αφοσιωμένος στο μπάσκετ που επηρέασε σημαντικά την πορεία του Μάικλ Τζόρνταν τόσο ως προς την τεχνική του στο μπάσκετ όσο και ως προς την αθλητική του νοοτροπία.
Λόγω των εξαιρετικών του ικανοτήτων στο μπάσκετ σε όλα τα χρόνια του κολλεγίου, το 1984, παρά το νεαρό της ηλικίας του, ήρθε η ώρα για τον Μάικλ Τζόρνταν να αφήσει την πανεπιστημιακή ομάδα και να αποπειραθεί να ξεκινήσει επίσημα την καριέρα του στο ΝΒΑ.
ΝΒΑ
Έτσι, στα 1984 ο Τζόρνταν επιλέχθηκε από τους Σικάγο Μπουλς στο NBA Draft, προσλαμβάνοντας ως ατζέντη του τον προπονητή του στο Πανεπιστήμιο, Ντιν Σμιθ. Από την πρώτη του σεζόν, έδειξε την εξαιρετική του ικανότητα στο σκοράρισμα και κατέκτησε το βραβείο του “Rookie της Χρονιάς“, δηλαδή του πρωτοεμφανιζόμενου ταλέντου.
Κατά τη διάρκεια της καριέρας του, οδήγησε τους Μπουλς σε έξι πρωταθλήματα NBA (1991-1993 και 1996-1998), κατακτώντας το βραβείο του MVP των Τελικών και στις έξι κατακτήσεις. Ο Τζόρνταν κατέκτησε συνολικά πέντε βραβεία MVP κανονικής περιόδου και ήταν 14 φορές All-Star.
Μάλιστα, στις 14 Ιανουαρίου 1985, στη νίκη των Σικάγο Μπουλς με 122–113 επί των Ντένβερ Νάγκετς σημείωσε και το πρώτο του τριπλ νταμπλ με 35 πόντους, 14 ριμπάουντ και 15 ασίστ. Μετά από αυτή τη νίκη, η φήμη του άρχισε να εξαπλώνεται σε όλη την επικράτεια και κλήθηκε να παίξει στο All-Star Game της ίδιας χρονιάς που έλαβε χώρα στην Ινδιανάπολη.
Λίγες μέρες μετά το All-Star Game έπαιξε ενάντια ατον Τόμας σε αγώνα των Σικάγο Μπουλς με τους Πίστονς και κατέρριψε νέο ρεκόρ σε πόντους αλλά και σε ριμπάουντ μετρώντας 49 και 15 αντίστοιχα, ενώ στις 17 Μαρτίου ακολούθησε και δεύτερο τριπλ νταμπλ απέναντι στους Μιλγουόκι Μπακς που συνοδεύτηκε με νέο ρεκόρ καριέρας σε ασίστ. Μετά την προσχώρηση του Μάικλ Τζόρνταν στους Σικάγο Μπουλς, η ομάδα διπλασίασε τα εισιτήρια στην έδρα της.
Απόσυρση, επιστροφή, επιτυχίες

Το 1993, μετά τον θάνατο του πατέρα του, ο Μάικλ Τζόρνταν αποσύρθηκε από το μπάσκετ και αποπειράθηκε να δοκιμάσει τις δυνάμεις του στο μπέιζμπολ. Το 1995 επέστρεψε στο NBA με τη θρυλική φράση “I’m back“. Με τους Σικάγο Μπουλς, κέρδισε τρία ακόμα πρωταθλήματα προτού αποσυρθεί ξανά το 1999.
Το 2001, επέστρεψε για δύο σεζόν με τους Ουάσινγκτον Γουίζαρντς, αποδεικνύοντας για μια ακόμη φορά τη διαχρονική του αγάπη για τον αθλητισμό. Παρόλο που, για να παρουσιαστούν οι επιτυχίες του Μάικλ Τζόρνταν στο μπάσκετ δεν αρκεί ούτε ένα δίτομο βιβλίο, σας παραθέτουμε μερικά από τα highlights της αθλητικής του καριέρας ανά τα χρόνια.
- Κατέκτησε έξι πρωταθλήματα NBA με τους Chicago Bulls (1991-1993, 1996-1998)
- Αναδείχθηκε MVP των Τελικών– σε κάθε τελικό
- Αναδείχθηκε Πολυτιμότερος Παίκτης της Κανονικής Περιόδου πέντε φορές (1988, 1991, 1992, 1996, 1998)
- Ήταν πρώτος σκόρερ του NBA για 10 σεζόν (1987-1993, 1996-1998)
- Κατέκτησε χρυσά μετάλλια στους Ολυμπιακούς Αγώνες του 1984 (Λος Άντζελες) και του 1992 (Βαρκελώνη) ως μέλος της “Dream Team”
- Είναι μέλος του Hall of Fame του NBA από το 2009
Εδώ ακολουθεί μία εμβληματική του συνέντευξη στην Oprah, όσο έπαιζε στο ΝΒΑ με τους Σικάγο Μπουλς.
Προσωπική ζωή και οικογένεια
Η καριέρα του Μάικλ Τζόρνταν και η αξία που είχε η σκληρή δουλειά για εκείνον, ήταν κατά κάποιον τρόπο παραπληρωματική της αξίας της οικογένειας. Όπως έχει πει σε δημόσια δήλωσή του, “έμαθα ότι οι αληθινοί τίτλοι και τα βραβεία στη ζωή δεν είναι τα πρωταθλήματα, αλλά οι σχέσεις που χτίζεις με την οικογένεια και τους φίλους σου“.
Το 1989, στα 26 του χρόνια, παντρεύτηκε την πρώτη του γυναίκα, Χουανίτα Βανόι. Ο γάμος τους διήρκησε μέχρι το 2006 και μαζί απέκτησαν τρία παιδιά, τον Τζέφρι Τζόρνταν, τον Μάρκους Τζόρνταν και την Τζάσμιν Τζόρνταν. Εκ των τριών παιδιών του, οι δυο του γιοι ασχολήθηκαν με το μπάσκετ κατά τη διάρκεια της φοίτησής του στο κολλέγιο ενώ η κόρη του, Τζάσμιν, δραστηριοποιείται στη βιομηχανία του αθλητισμού και του marketing.
Λίγα χρόνια μετά, το 2013, ο Μάικλ Τζόρνταν παντρεύτηκε για δεύτερη φορά το κουβανικής καταγωγής πρώην μοντέλο, Ιβέτ Πριέτο. Το ζευγάρι απέκτησε δύο κόρες, τη Βικτώρια και την Ιζαμπέλα, ένα χρόνο μετά.

Επιχειρηματική δραστηριότητα
Ο Μάικλ Τζόρνταν, πέρα από τη θριαμβευτική του καριέρα στο μπάσκετ, έχει χτίσει και μια πραγματική αυτοκρατορία επιχειρήσεων στις οποίες έχει δραστηριοποιηθεί ανά τα χρόνια. Το 1984 υπέγραψε συμβόλαιο με τη Nike, δημιουργώντας την πασίγνωστη σειρά υποδημάτων Air Jordan, η οποία μάλιστα έχει εξελιχθεί σε μια ανεξάρτητη σειρά παπουτσιών με ετήσιες πωλήσεις δισεκατομμυρίων δολαρίων.
Το 2010 αγόρασε το πλειοψηφικό πακέτο της ομάδας του ΝΒΑ Charlotte Hornets, από την οποία το 2023 πούλησε το μεγαλύτερο μέρος της συμμετοχής του, διατηρώντας ένα μικρό ποσοστό ιδιοκτησίας.
Έχει επίσης ανοίξει τα Michael Jordan’s Steakhouse, μια αλυσίδα πολυτελών εστιατορίων που έχει επεκταθεί σε πολλές πόλεις των ΗΠΑ, ενώ έχει επενδύσει και σε τηλεοπτικές και κινηματογραφικές παραγωγές, όπως στη σειρά-ντοκιμαντέρ του Netflix “The Last Dance”. Ακόμη, με την εταιρεία Jump 23 που έχει ιδρύσει ο ίδιος επενδύει σε διάφορα πρότζεκτ, σε αθλητικές και ψυχαγωγικές παραγωγές.
Κοινωνική δράση και φιλανθρωπία
Ο Μάικλ Τζόρνταν, ειδικά τα τελευταία χρόνια, έχει αρχίσει να επιδεικνύει και ένα κοινωνικό και φιλανθρωπικό έργο. Το 2020, σε συνεργασία με την εταιρεία του Jordan Brand δεσμεύτηκε να δωρίσει 100 εκατομμύρια δολάρια σε βάθος 10 ετών σε οργανισμούς που παλεύουν για την κοινωνική δικαιοσύνη, την φυλετική ισότητα και την καθολική πρόσβαση στην εκπαίδευση.
Οι κύριοι δικαιούχοι αυτών των δωρεών είναι, πρώτα απ’όλα, η NAACP Legal Defense and Educational Fund (LDF). Η LDF είναι μία εκ των κορυφαίων νομικών εταιρειών που εργάζεται πάνω σε ζητήματα πολιτικών δικαιωμάτων και υπερασπίζεται Αφροαμερικανούς σε δικαστικές υποθέσεις, εξασφαλίζοντας για αυτούς τους πληθυσμούς μια δίκαιη δίκη. Ο Μάικλ Τζόρνταν, με τη χρηματοδότησή του, έχει στηρίξει νομικούς πρόσφυγες αλλά και έχει συμβάλλει στην υλοποίηση εκπαιδευτικών προγραμμάτων.
Ένα παρόμοιο κίνημα στο οποίο μετέχει έμπρακτα ο Μάικλ Τζόρνταν είναι το Formerly Incarcerated, Convicted People & Families Movement (FICPFM) που αγωνίζεται για τη μείωση των φυλακίσεων και τη στήριξη των ανθρώπων μετά την αποφυλάκισή τους.
Τέλος, το πρόγραμμα της εταιρείας του Jordan Brand Wings Program χορηγεί υποτροφίες σε μαθητές από μειονοτικούς πληθυσμούς προκειμένου να αποκτήσουν πρόσβαση σε εκπαιδευτικά ιδρύματα πανεπιστημιακού επιπέδου. Η δωρεά, επειδή περιλαμβάνει κυρίως προγράμματα νεολαίας, στηρίζει επίσης οργανισμούς που προσφέρουν ευκαιρίες επαγγελματικής ανέλιξης και εκπαίδευσης σε νέους που μόλις ξεκίνησαν την πορεία τους στην αγορά εργασίας.
Τι κάνει ο Μάικλ Τζόρνταν στον ελεύθερο χρόνο του;

Ίσως όταν ακούμε για έναν άνθρωπο με τόσο πολυάσχολη ζωή, με μια λαμπρή καριέρα και πολλαπλές επιχειρηματικές δραστηριότητες, δε φανταζόμαστε ότι μπορεί να θέλει να σπαταλά το χρόνο του σε δημιουργικές απασχολήσεις και χόμπι.
Κι όμως, ο Μάικλ Τζόρνταν είναι -ταυτόχρονα με όλες του τις ιδιότητες- και ένας γνήσιος χομπίστας, βρίσκοντας χρόνο και για τα αγαπημένα του πράγματα. Σίγουρα το χόμπι που καταρχάς λατρεύει ο Μάικλ Τζόρνταν είναι το γκολφ. Πέρα από το μπάσκετ, το πάθος του για το γκολφ τον έχει σπρώξει να συμμετάσχει σε πολλούς φιλανθρωπικούς αγώνες ή απλώς να παίξει με φίλους.
Μια ακόμη δραστηριότητα στην οποία επιδίδεται στον ελεύθερο χρόνο του, παρότι δεν είναι μια τόσο γνωστή πληροφορία, είναι το τένις. Μην ξεχνάμε ότι το τένις, παρότι γρήγορα αντικαταστάθηκε από το μπάσκετ, είναι ένα από τα πρώτα αθλήματα με τα οποία ασχολήθηκε ο Μάικλ Τζόρνταν στα παιδικά του χρόνια.
Σε ένα πιο χαλαρό πλαίσιο αντιθέτως, ο Μάικλ προτιμά να ψαρεύει αμέριμνος, συνδεόμενος με τη φύση και περνώντας την ώρα του μακριά από τον πολύβουη ζωή του επαγγελματικού αθλητισμού και των επιχειρήσεων.